Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2009

Κανείς δεν είναι εκεί για να σε γιορτάσει.




Το χωριό μου γιορτάζει στις δεκαπέντε (15) Σεπτεβρίου τον Άγιο Νικήτα ,ναι το χωριό μου γιόρταζε μέχρι το 1973 .

Κάθε χρόνο στις 15 Σεπτεβρίου γιορτάζαμε τον Άγιο Νικήτα από όπου και είχε πάρει το όνομα του το όμορφο κάποτε χωριό μου.
Το 1974 ένα μήνα ακριβώς νωρίτερα στις 15 Αυγούστου από τη γιορτή το χωριό μου ερήμωσε και οι καμπάνες του χωριού δεν ξαναχτύπησαν χαρούμενα ούτε και λυπητερά.

Αλλά μέχρι το 1973 που το χωριό έσφυζε από ζωή, γιορτάζαμε μεγαλόπρεπα τον Άγιο μας. Ερχόντουσαν στην εκκλησία και από άλλα χωριά, που μετά τη λειτουργία οι χωριανοί δεν άφηναν κανένα να φύγει αν δεν τον κερνούσαν πρώτα και δεν τον τάϊζαν για να γιορτάσουν μαζί αυτή τη μέρα.
Τώρα τον Άγιο Νικήτα τον γιορτάζουν στη Λευκωσία και συγκεκριμένα στα Λατσιά όπου οι χωριανοί έχουν φτιάξει εκεί εκκλησία στο όνομα του Αγίου Νικήτα ,κάθε χρόνο χοροστατεί ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος.
Δυστυχώς μόνο δυο φορές βρέθηκα και η μια ήταν όταν την μύρωσαν πριν μερικά χρόνια ,θυμάμαι είχα πάει κατευθείαν από το αεροδρόμιο στην εκκλησία γιατί είχε 5-6 ώρες καθυστέρηση το αεροπλάνο .
Εύχομαι κάποια φορά ο Νεόφυτος να κάνει λειτουργία στο χωριό μου και να είμαι εκεί.


Κυριακή 12 Ιουλίου 2009

Τα μποστάνια.


Καλοκαίρι ,το Καλοκαίρι πάντα ήταν συνδεδεμένο με τους ξενιτεμένους μας που ερχόντουσαν στο χωριό , με το κλείσιμο των σχολείων , με τα μποστάνια και γενικά με τα φρούτα.
Αρκετοί χωριανοί έβαζαν μποστάνια με καρπούζια και πεπόνια πιο πολύ καρπούζια.
Όταν ήμουν μικρή πήγαινα με τη μεγάλη μου αδελφή τότε που μάζευαν τα καρπούζια στα χωράφια της και πιο πολύ έπαιζα με τα παιδιά της παρά βοηθούσα .Ο γαμπρός μου μας διάλεγε μικρά καρπούζια αλλά ώριμα και εμείς τα κόβαμε στη μέση και με ένα κουτάλι τα τρώγαμε φτύνοντας πολλές φορές τις κοκκόνες (κουκούτσια) όσο πιο μακρυά μπορούσαμε ,είχε πολύ πλάκα.
Το καρπούζι εκτός από περιπτώσεις που είχαμε φιλοξενούμενους στο σπίτι ,το τρώγαμε σε μοίρες παίρναμε με τα δυο χέρια τη φέτα και πέφταμε με τα μούτρα πάνω δαγκώνοντας και φυσικά λερωνόμασταν μέχρι τα αυτιά ,αλλά το καταευχαριστιόμασταν,ειδικά με χαλούμι ήταν τέλειος συνδυασμός
Τη φλούδα όταν ήταν χονδρή την έφτιαχναν γλυκό και ακόμη τη φτιάχνουν,είναι από τα αγαπημένα μου γλυκά.
Τα σύκα ήταν ένα άλλο φρούτο το οποίο το κλέβαμε, στο χωριό υπήρχαν μερικές συκιές στις άκρες των χωραφιών κάποιων,κανείς όμως δεν τα μάζευε για να τα πουλήσει ,οπότε εμείς τα παιδιά θεωρούσαμε (κρίμα ) να πηγαίνουν χαμένα, χώρια που ήταν πεντανόστιμα, έτσι φυλάγαμε τσίλιες και ανεβαίναμε με τη σειρά πάνω στις συκιές και τρώγαμε και αν μας πετύχαινε κανένας απ ου φύγει φύγει
Καμιά φορά πηγαίνοντας για Αθήνα Καλοκαίρι και βλέπω τα μποστάνια στο κάμπο το στομάχι μου γίνετε κόμπος και ξυπνούν πολλές αναμνήσεις,προχθές που πήγαινα στη δουλειά πρόσεξα σε μια γλάστρα μια καρπουζιά, πρωί πρωί έφερα το μυαλό μου στο χωριό μου και έτσι είπα να γράψω κάτι για τότε.
Καλό Καλοκαίρι.

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009

Οι παλιοί μετανάστες.


Σήμερα θα γράψω για τους μετανάστες του χωριού μου .
Στις δεκαετίες του 50 -60 πολλοί χωριανοί έφευγαν μετανάστες ως επί το πλείστον στην Αγγλία .
Σχεδόν κάθε σπίτι είχε και κάποιον δικό του που είχε ξενιτευτεί και είχε πάει στην Αγγλία .
Οι λόγοι αυτής της μετανάστευσης ήταν συνήθως οικονομικοί και σε άλλες περιπτώσεις όταν κάποια κοπέλα παντρευόταν με κάποιον που έμενε στην Αγγλία και πάλι πιστεύω πως και τότε οι λόγοι ήταν οικονομικοί,βλέπετε εκείνες τις εποχές ο κόσμος έκανε πολλά παιδιά και αν ήταν και κορίτσια έπρεπε να παντρευτούν και ας ήταν και στο εξωτερικό.
Η μεγάλη μου αδελφή παρόλα τα παρακάλια της μάνας μας και του πατέρα μας αυτή ήθελε να πάει στη Αγγλία να παντρευτεί αυτόν που της προξένεψαν οι εξαδέλφες μας που ζούσαν εκεί.
Θάλεγα ότι η αδελφή μου ήταν η πιο όμορφη του χωριού μην πω και της περιοχής, Στα 18 της πήγε στην Αγγλία να βρει το ριζικό της (τον γαμπρό)
Τον παντρεύτηκε και έχει και δυο παιδιά.
Τώρα βέβαια ζούνε στη Κύπρο μετά από 23 χρόνια γύρισαν πίσω.
Πριν το 1974 όταν ερχόταν κάποιος από την Αγγλία τρέχαμε όλοι να τον δούμε και να μας πει νέα από τους δικού μας ,η αλήθεια είναι πως μπορεί τον δικό μας άνθρωπο να τον είχε δει πριν από μήνες ,αλλά δεν είχε καμιά σημασία για μας ,φτάνει που τον είχε δει.
Τότε ο κόσμος δεν μπορούσε να πηγαίνει στην Αγγλία για να δει τα παιδιά του ή τα εγγόνια του όπως τώρα που πάνε 2---3 φορές το χρόνο.
Σχεδόν κάθε απόγευμα πήγαινα να δω αν είχαμε γράμμα ,τα γράμματα ήταν γραμμένα σε φόρμα ( γαλάζια) την ανοίγαμε προσεκτικά και και πάνω σε αυτή στο εσωτερικό ήταν τα λόγια τα αγαπημένα.

Όταν ερχόντουσαν οι ξενιτεμένοι μας μας άρεσε που όλοι ήταν άσπροι και ντυμένοι με ωραία ρούχα,ειδικά οι γυναίκες ήταν βαμμένες όμορφα και μύριζαν τα ωραία τους αρώματα.
Εγώ προσωπικά που γύριζα όλη μέρα μες τον ήλιο ,ήμουν κατράμι μπροστά στην αδελφή μου που ήταν και το φυσικό της άσπρο άσπρο (καλά καλά τώρα δεν είμαι κατράμι), μην νομίζετε παιδάκι ήμουν, με περνάει 13 χρόνια ,ήμουν πέντε χρονών όταν έφυγε(έχω φάει ξύλο από αυτήν,αλλά μόνο από αυτήν όμως την αγαπούσα όλο από πίσω της έτρεχα ,μα ήθελε να μην πηγαίνω στις λάσπες ,να μην τρώω χώματα ,ήθελε να με κάνει μπάνιο και μετά εγώ να κάθομαι σούζα,ε όχι κυρία μου ,πήγαινα στα χώματα και μετά της έλεγα ,είσαι υπόχρεα να με λούσεις.Οπότε τις έτρωγα και μετά με παρηγορούσε που έκλαιγα. Α ρε Μαρούλλα.
Ένα άλλο που άμα το σκέφτομαι γελώ και λέω ( βρε τι ψωνάρες ήταν οι ξενιτεμένοι μας) όλοι τρέχανε στην Κερύνεια, στο Ξερό για να κάνουν μπάνιο στη θάλασσα ,στην Αγγλία δουλεύανε σαν τους μαύρους, όταν ήταν στη Κύπρο δεν είχαν πάει ποτέ ,μπάνιο δεν ξέρανε ( οι περισσότεροι ) ,αλλά μόλις πατούσαν το πόδι τους στο χωριό ξεπερνούσαν τον κάθε τουρίστα.
Ήταν ωραία χρόνια για μας τα παιδιά, γιατί οι μανάδες οι καημένες και καμένες από τα ξένα που τους στερούσαν τα παιδιά τους , μόλις έφευγαν τα παιδιά τους πίσω για την ξενιτιά δεν μιλιόντουσαν για μέρες .
Τι όμορφα ήταν όταν ερχόντουσαν τα Καλοκαίρια οι ξενιτεμένοι μας οι ασπρουλιάρηδες με τα αρώματα τους!!!!
Έτσι κομψές ήταν οι γυναίκες που ερχόντουσαν από την Αγγλία όπως το παπούτσι της φωτογραφίας.

Κυριακή 31 Μαΐου 2009

Αδειες γειτονιές




Το χωριό μου όπως όλα τα χωριά είχε τις γειτονιές του .
Τις γειτονιές δεν τις κάνουν τα σπίτια αλλά οι άνθρωποι, οι καλοί γείτονες ,γιατί κακά τα ψέματα αν δεν μιλιούνται οι γείτονες μεταξύ τους παύει να υπάρχει γειτονιά ,ο καθένας τότε κλείνετε στο σπίτι του και μένει μια ξερή αυλή και ένας δρόμος άγονος.
Ευτυχώς στο χωριό μου οι γείτονες μεταξύ τους είχαν καλές σχέσεις και αυτό φαινόταν καλύτερα το καλοκαίρι.
Το καλοκαίρι οι γυναίκες βγαίναν στις γειτονιές, δυο τρεις καρέκλες έξω από κάποιο σπίτι και αμέσως μαζευόντουσαν νέες μεσήλικες γριές ,άλλες με το βελονάκι τους άλλες με το κέντημα τους και άλλες με το πλεκτό της και βέβαια άλλες με το πουρ πουρ και όποιον πάρει ......
Όταν ήμασταν μικροί παίζαμε στη γειτονιά μας , για παράδειγμα δεν πηγαίναμε στην άλλη άκρη του χωριού για να παίξουμε ,αλλά στη δική μας γειτονιά ,τι κρυφτό παίζαμε ,τι μπάλα ,τι σκατούλια (αυτό που βάζαμε τις πέτρες τη μια πάνω στην άλλη και τις σημαδεύαμε) δεν ξέρω πως αλλιώς το λέγαμε.
Το καλοκαίρι, εκείνο που μου άρεσε πάρα πολύ ήταν όταν ποτίζανε τα περιβόλια και περνούσε το νερό ακριβώς στη μέση του χωριού μέσα σε πετράβλακα και το άκουγες και τι δεν θα έδινα να το ακούσω ξανά.
Οι δρόμοι ήταν όλο ζωή οι άνδρες καθόντουσαν έξω από τα καφενεία πίνοντας τον καφέ τους τα ούζα του την ζιβανία τους ( τσίπουρο)
Αυτά τα απογεύματα ήταν τόσο όμορφα και αυτή την ομορφιά την έκανε η κάθε γειτονιά με τα γέλια και τα κλάματα των παιδιών σαν τύχαινε να κτυπήσουν την ώρα του παιχνιδιού ή την ώρα που τσακωνόντουσαν τα παιδιά για κάποια διαφωνία στο παιχνίδι και όταν πια νύχτωνε για τα καλά σιγά σιγά όλοι μαζεύονταν στο σπίτι για να φάνε και να ξεκουραστούν.

Εγώ πιστεύω ότι είχα την καλύτερη γειτονιά ,(το ίδιο θα πιστεύουν και οι άλλοι για τη δική τους) οι γείτονες μας ,αυτοί που το σπίτι τους ήταν ακριβώς δίπλα από το δικό μας ήταν τέλειοι ήταν οι καλύτεροι γείτονες που μπορεί να έχει κάποιος.
Ήταν οι καλοί μας οι γείτονες δεν μπορώ να τους αποκαλώ διαφορετικά παρά μόνο οι καλοί μας οι γείτονες που μας έχουν λείψει όλα αυτά τα χρόνια και πάντα θα μας λείπουν και ξέρω ότι και αυτοί μας αγαπάνε όπως και εμείς.

Κυριακή 17 Μαΐου 2009

Οι βρύσες στέρεψαν



Σήμερα θα σας πω για τις βρύσες που υπήρχαν στο χωριό μου πριν ακόμη το δίκτυο μπει στα σπίτια (δεν θυμάμαι πότε ακριβώς μπήκε αλλά πήγαινα στο δημοτικό και θυμάμαι που ήδη είχαμε νερό μέσα στο σπίτι) (μα ούτε ένας χωρκανός τα ευλοημένα εν μας επήρε χαπάρι? ότι δαμέ λαλούμε για αυτούς !! τέλος πάντων).
Στο χωριό μας είχαμε (εμέτρησα τες δέκα φορές ,άτε αλλη μια) 10 βρύσες σαν αυτή της φωτογραφίας ,από εκεί πέρναμε νερό με κουβάδες για την καθημερινή λάντζα ,πλύσιμο στο χέρι ,μπανιάρισμα .Για πόσιμο κουβαλούσαμε μέσα σε (κούζες) πήλινες κανάτες και μεγάλα παγούρια(κακά τα ψέματα ήταν δροσερό δροσερό το καλοκαίρι το νερό από τη κούζα).
Αργότερα τις βρύσες τις έκλεισαν μιας και όλοι οι χωριανοί είχαν νερό τρεχούμενο στα σπίτια τους.
Μετά το 74 οι τ/κ ορισμένες βρύσες τις ξήλωσαν ,δεν κατάλαβα ποτέ που τους ενοχλούσαν.
Στη μια φωτογραφία θα δείτε και το ντεπόζιτο του χωριού που διοχετευε νερό πριν το 74 τώρα δεν ξέρω ακριβώς από που παίρνουν νερό.

Τετάρτη 29 Απριλίου 2009

Το σχολείο μας


Εγώ μπλοκάκι μου σου είμαι πιστή σαν την Πηνελόπη ένα πράμα.
Σήμερα θα γράψω για τα μαθητικά χρόνια πριν το 1974.
Στο χωριό μου την δεκαετία του εξήντα και μετά που πήγαινα εγώ δημοτικό ( πρόσφατα δηλαδή) είχαμε ένα δημοτικό σχολείο (αυτό που είναι στη φωτογραφία δίπλα) .Το σχολείο είχε δυο μεγάλες αίθουσες που η κάθε μια φιλοξενούσε τρεις τάξεις στη μια αν θυμάμαι καλά ήταν η πρώτη η έκτη και η Πέμπτη και στην άλλη αίθουσα ήταν η δευτέρα ,τρίτη και τετάρτη ,δεν είμαι σίγουρη για την τετάρτη και την πέμπτη,αλλά δεν έχει και μεγάλη σημασία. Τα θρανία ήταν ξύλινα βαμμένα γαλάζια και καθόμασταν δυο δυο σε κάθε θρανίο .Υπήρχε μια σειρά από κάθε τάξη την ώρα που ο δάσκαλος έκανε μάθημα στη μια τάξη οι άλλες δυο κάνανε ασκήσεις χωρίς να μιλάνε .Πρέπει να ήταν δύσκολο για τους δασκάλους να έχουν τρεις τάξεις σε μια αίθουσα.
Οι αίθουσες αυτές χωρίζονταν με πόρτες τις οποίες ανοίγαμε τα Χριστούγεννα ΄και τις εθνικές εορτές συνήθως όπου και στηνόταν σκηνή για να παιχτεί θεατρικό ανάλογα με την εορτή και να πούμε και ποιήματα.
Πόσα ποιήματα είπα? Κανένα α όλα κι' όλα για να πεις ποίημα και να λάβεις μέρος στα θεατρικά έπρεπε νάχεις μπάρμπα στην Κορώνη, τι νομίσατε έτσι δίνονται οι ρόλοι?
Στην αυλή του σχολείου υπήρχαν μπασκέτες και δυο τερέν για βόλεϊ, δυο κούνιες δυο μονόζυγα, υπήρχε τάφρος για μήκος και διάφορα εξαρτήματα για αθλητικά αγωνίσματα , όπως εμπόδια ύψος , όταν γινόντουσαν αγώνες στη περιοχή την ασπίδα την έπαιρνε το χωριό μου. Για να πάρεις την ασπίδα σήμαινε ότι το σχολείο πήρε και τα πιο πολλά κύπελλα. Τι κύπελλο πήρα? όλο αδιακρισία είσαστε!! Πάμε παρακάτω.
Είχαμε δυο δασκάλους ( νομίζω αργότερα έγινε τριθέσιο) εμείς είχαμε δυο, εγώ πρόλαβα τέσσερις στη σειρά τρεις δασκάλους και μια δασκάλα, συνήθως οι δάσκαλοι ήταν από τα γύρω χωριά και γνώριζαν αρκετούς χωριανούς και μερικοί είχαν και συγγενείς, που σημαίνει οι δάσκαλοι καλή ώρα τους όπου και να είναι, έρχονταν σε δύσκολη θέση για το πως θα αντιμετώπιζαν τους συγγενεις και τους προύχοντες , λίγο οι προύχοντες λίγο τα σόγια που να δεις προκοπή.(όχι ούτε προύχοντες είμαστε ούτε συγγενείς είχαμε τσ τσ τσ απορώ πως τα κατάφερα χωρίς μέσον ,φτου μου )
Επίσης τρώγαμε και ξύλο ,οι δάσκαλοι έστελναν τα αγόρια να βρούνε βέργες έξω από το χωριό για να ανοίγουμε τα χεράκια μας ( αχ χεράκια μου δεν σας φτάνει η δουλειά κουβαλάτε και τις ξυλιές ) και να τις τρώμε ,εμείς τα κορίτσια λέγαμε στους μουνταλάδες τα αγόρια να μην φέρνουν γερές βέργες για να σπάνε αμέσως και να γλιτώνουμε λίγο ξύλο αλλά αυτοί (μα τι χαζά που ήταν) διάλεγαν τις καλύτερες και το ωραίο αυτοί τις δοκίμαζαν πρώτοι.
Ξέχασα να γράψω ότι πηγαίναμε και το απόγευμα στο σχολείο, αυτό ήταν βάσανο.
Πέντε πράγματα τα μάθαμε σε αυτό το κτίριο πάνω , όλοι όσοι πάνε στο χωριό πάνε και βλέπουν το σχολείο τους που τώρα είναι έρημο και η αυλή του γεμάτη παλιοσίδερα, ούτε κήποι υπάρχουν με όμορφα τριαντάφυλλα ούτε βρύσες που τρέχαμε να πιούμε νερό αλλά ούτε και παιδιά να τρέξουν μόλις κτυπούσε το κουδούνι.

Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

Λαμπρή στο χωριό.

Τα λουλούδια δίπλα τα λέμε Λάζαρους και βγαίνουν τέτοια εποχή, στα χωράφια του χωριού μου εκτός από λαλέδες φύτρωνα και οι λάζαροι.Πάντα μου θυμίζουν το Πάσχα στο χωριό μου.



Σήμερα θα γράψω για τις προετοιμασίες που γινόντουσαν στο χωριό μου εν αναμονή της Λαμπρής.
Οι νοικοκυρές συνήθως ασβέστωναν το σπίτι και το καθάριζαν από γωνιάς.
Την μεγάλη βδομάδα ζύμωναν ψωμιά έφτιαχναν κουλούρια και οπωσδήποτε τις φλαούνες (οι φλαούνες φτιάχνονται από ζυμάρι και για τη γέμιση βάζουν τυρί ειδικά φτιαγμένο για τις φλαούνες, αυγά , δυόσμο και προαιρετικά σταφίδες,το ζυμάρι μερικοί το γλυκαίνουν)
Μερικοί χωριανοί είχαν στην αυλή τους φούρνο και έτσι οι νοικοκυρές κανόνιζαν με αυτόν που είχε φούρνο για να ψήσουν τα ψωμιά τους τα κουλούρια και τις φλαούνες όλοι με τη σειρά.
Εμείς τα παιδιά μαζευόμασταν εκείνες τις μέρες και παρακολουθούσαμε την όλη διαδικασία ,όταν δε είχαμε φτιάξει κουλούρα με ζυμάρι ή καλάθι με ζυμάρι και στη μέση είχαμε βάλει κόκκινο αυγό, ε τότε περιμέναμε πως και πως να ψηθεί για να καμαρώσουμε τα επιτεύγματα μας.
Ήταν μια όμορφη διαδικασία το ψήσιμο, σχεδόν όλο το χωριό βρισκόταν στο πόδι για να έχουν όλοι έτοιμα όλα αυτά που έπρεπε να γίνουν πριν την μεγάλη μέρα ,τη Λαμπρή.

Τη Μεγάλη Πέμπτη από νωρίς στολίζαμε τον επιτάφιο ,θυμάμαι που γυρνούσαμε όλο το χωριό, μιας και όλοι είχαν κήπο με λουλούδια για να μας κόψουν λουλούδια για τον επιτάφιο.
Όλοι μας έκοβαν και το βράδυ τα λουλούδια τους βρισκόντουσαν πάνω στον επιτάφιο.
Επίσης τη Μεγάλη Πέμπτη βάφαμε και τα αυγά ,Τότε τα αυγά τα βάφαμε όλα κόκκινα και πολλές νοικοκυρές αγόραζαν ρίζες που όταν τις έβραζαν έβγαζαν κόκκινο χρώμα και με αυτό έβαφαν τα αυγά.
Εκτός από τα αυγά της κότας προμηθευόμασταν και αυγά από γαλοπούλα και αυγά φαραώνας που ήταν πολύ πιο ανθεκτικά στο τσούγκρισμα από αυτά της κότας.
Τη Μεγάλη Παρασκευή τρία κορίτσια ντυνόντουσαν μέσα μέσα στα μαύρα και όταν ο παπάς έλεγε έρανο τον τάφο.... η μια πετούσε λουλούδια γύρω από τον επιτάφιο και οι άλλες δυο έραναν με ροδόσταγμα.
Το Μεγάλο Σάββατο όλο το δάπεδο της εκκλησίας στρωνόταν με μικρά κλαδιά από μιρσίνια και τη νύκτα της Ανάστασης απέναντι από την εκκλησία άναβαν μια μεγάλη φωτιά που στο τέλος καίγανε τον Ιούδα.
Όλοι οι χωριανοί μαζευόμασταν για να ακούσουμε τον καλό λόγον ,Καλόν λόγο λέμε όταν ο παπάς πει(την ανάσταση σου χριστέ άγγελοι υμνούσιν εν ουρανείς...)
Ήταν μέρες όμορφες μέρες αγάπης μέρες που δεν θα ξαναζήσουμε με όλη αυτή τη διαδικασία. Ήταν μέρες που πάντα θα τις θυμόμαστε με νοσταλγία και πόνο ,πόνο γιατί μας τις στέρησαν άγρια με το έτσι θέλω.
Ευχομαι σε όλους ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ.

Κυριακή 5 Απριλίου 2009

Οφτόν κλέφτικο

Οφτόν!!!!!!

Το οφτόν είναι ένα από τα νοστιμότερα εδέσματα στην Κύπρο αυτό το ξέρουμε όλοι οι Κύπριοι και όσοι ξένοι το έχουν δοκιμάσει.
Για τους Ελλαδίτες φίλους (καλαμαρούθκια) οφτόν λέμε το κρέας συνήθως αρνί ή κατσίκι που το ψήνουμε σε φούρνο χωριάτικο,συνήθως μικρό φουρνάκι στο οποίο μπορείς να βάλεις λίγο κρέας που αφού πυρώσεις το φουρνάκι βάζεις το κρέας σε λαδόκολλα και στη συνέχεια κλείνεις το στόμιο θάλεγα το σφραγίζεις με λάσπη μέχρι να ψηθεί καλά το κρέας.
Αυτοί που ασχολούνται ξέρουν και πόσες ώρες πρέπει να μείνει μέσα για να ψηθεί.Στο χωριό μου ακριβώς στη μέση του χωριού (μάλλον δεν ήταν τυχαία η τοποθεσία) ένας συγχωριανός μας ο Σταμπόλης έφτιαχνεν οφτό και το πουλούσε.
Όταν το έφτιαχνε το ήξερες χωρίς καν να τον δεις, όπου και να ήσουν στο χωριό μόλις άνοιγε το φουρνάκι του σε έπαιρνε η μυρωδιά,

σου έσπαγε τα ρουθούνια  η άτιμη !!αλλά μη φανταστείτε ότι όλοι αγοράζαμε!Που τέτοια τύχη!!! Εκείνες τις εποχές ο κόσμος έκανε πολλά παιδιά και για να φτάσει να φάει  όλη η οικογένεια έπρεπε να το αγοράσει σχεδόν όλο το φουρνάκι.Βέβαια όλο το πουλούσε,  δεν έφτιαχνε και εκατό κιλά!!!
Έτσι που και που και πολύ αραιά για τη μυρωδιά και μόνο μας έπαιρνε η μάνα μας λίγο ,το άτιμο μύριζε αμέσως μόλις γινόταν.
Τώρα όπου κοιτάξεις στη Κύπρο βλέπεις φουρνάκια και βρίσκεις εύκολα οφτόν κλέφτικο, αλλά σαν του μακαρίτη του Σταμπόλη δεν νομίζω να βρει κανείς πουθενά.
Αυτά γινόντουσαν πριν το 1974 στο χωριό μου Τον Νικήτα.

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

Το χωριό μας.


Θα αρχίσω αυτό το ιστολόγιο με λίγα λόγια για το χωριό Αγιος Νικήτας (Νικήτας).
Το χωριό Νικήτας βρίσκεται βορειοδυτικά της κωμόπολης Μόρφου και απέχει δυόμιση περίπου μίλια από αυτή.
Είναι κτισμένο στη μέση της πεδιάδας της Μόρφου και το όνομα Νικήτας το πήρε από τον Αίγιο Νικήτα .
Το χωριό βρισκόταν μισό μίλι από τον κύριο δρόμο Μόρφου Ξερού ,δεξιά και αριστερά του δρόμου υπήρχαν περβόλια και πηγαίνοντας προς το χωριό αριστερά ήταν ο ποταμός κόκκινη που όταν έβρεχε πολύ καμιά φορά ξεχειλούσε συνήθως ήταν στεγνός.
Το ηλεκτρικό ρεύμα μπήκε στο χωριό το 1962 και οι δρόμοι ασφαλτοστρώθηκαν το 1965.
Υπήρχε ένας τηλεφωνικός θάλαμος δυο καφενεία και δημοτικό σχολείο με 3 δασκάλους.
Λόγω της εύφορης γης του αναπτύχθηκε σε ένα από τα πρώτα χωριά παραγωγής πορτοκαλιών της Κύπρου.
Οι κάτοικοι του ανέρχονταν στους 600 περίπου και φημίζονταν για τη φιλοξενία τους όποιος έμπαινε στα καφενεία όλοι ήθελαν να τον κεράσουν εκείνη την εποχή εκτός από καφέ ούζο και άλλα αναψυκτικά υπήρχαν και τα λίζο(λουκούμια) και οπωσδήποτε έπρεπε να κεραστεί.
Όλα αυτά βέβαια και πολλά άλλα έλαβαν χώρα μέχρι το 1974 όπου και έγινε η εισβολή, στις 15 Αυγούστου 1974 όλοι οι κάτοικοι του χωριού αναγκάστηκαν να αφήσουν τα σπίτια τος και να πάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς,
Ευελπιστώ αν κάποιοι χωριανοί δούνε το ιστολόγιο να γράψουν διάφορα που γινόντουσαν τα παλιά χρόνια στο χωριό μας ευχάριστα ή δυσάρεστα.
όποιος επιθυμεί να γράψει ή να αναρτήσει φωτογραφίες από το χωριό παλιές ή νέες μπορεί να επικοινωνήσει μαζί μου με ημέηλ.
H φωτογραφία πάνω είναι το δημοτικό σχολείο όπως είναι σήμερα έρημο χωρίς παιδιά.